- ερωτόλογα
- τα любовные слова
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ερωτόλογα — τα [ερωτόλογος] ερωτοκουβέντες, φιλοφρονητικά λόγια που εκφράζουν τον έρωτα κάποιου … Dictionary of Greek
γλυκοκουβέντα — η 1. λόγος με φιλοφροσύνη ή κολακεία, ευχάριστος γι αυτόν που ακούει 2. ερωτικός λόγος, ερωτόλογα … Dictionary of Greek
ερωτολόγος — ο αυτός που λέει ερωτόλογα, που ερωτοτροπεί, που φλερτάρει. [ΕΤΥΜΟΛ. < έρως, ωτος + λόγος. Η λ. μαρτυρείται στον Αριστ. Βαλαωρίτη] … Dictionary of Greek
τσατίζω — (λ. τουρκ.), τσάτισα, τσατίστηκα, τσατισμένος 1. πειράζω με ερωτόλογα. 2. πειράζω, προσβάλλω, ερεθίζω, εξοργίζω: Με τσάτισε με τα λόγια του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)